A.longed for, desired, lovely, “Τιταρήσιος” Il. 2.751; “ὕδατα” A.R.2.939; “Σαλαμίς” Sol.1.1; “κίθαρις” h.Merc.510; “στέφανοι” Hes.Th.577; “κόμα” Sapph.119; “λέχος” Pi.P.3.99; ἀοιδαί, δόξα, Id.O.6.7,P.9.75; ἱ. ἡλικίη dear life, Simon.115; of persons, AP5.297 (Jul.); epith. of Apollo and Dionysus, ib.9.524.10,525.10.— Poet. and later Prose, as Epicur.Fr.165, Luc.DDeor.20.15: ἱμερτόν, τό, Plu.2.926f; ἐφ᾽ ἱμερτοῖσιν prob. from a poet, ib.394b.
Hide browse bar Your current position in the text is marked in blue. Click anywhere in the line to jump to another position:
entry group:
Ιι
-
ἰαμβο-ποιός
ἴαμβος
-
ἰατρ-α^λείπτης
ἰατρ-εία
-
ἰβίσκος
ἰβιών
-
ἰδι^ο-θα^νέω
ἰδι^ο-θηρευτικός
-
ἰδι^ό-τυ^πος
ἰδι^ο-φεγγής
-
ἱδρ-ωτίδες
ἱδρ-ωτικός
-
ἱερα_τ-ικός
ἱεραύλης
-
ἱερο-θύσιον
ἱερο-θυ^τεῖον
-
ἱερός
ἱερο-σαλπικτής
-
ἱερ-ωσύνη
ἱερ-ωσύνιον
-
ἰθυ-κέλευθος
ἰθυ-κρήδεμνος
-
ϝίκατι
ϝι_κατιϝέτης
-
ἰκρι-όω
ἰκρί-ωμα
-
ἴλ-αρχος
ἱλα^ρ-ῳδός
-
ἰλλ-ωπέω
ἰλλ-ώπτω
-
ἱμα^τ-ι_δάριον
ἱμα^τ-ίδιον
-
ἰναία
ἰναλίνω
-
ἰξ-ευτής
ἰξ-ευτικός
-
ἰομι^γής
ἰόμωροι
-
ἰπνο-κήιον:
ἰπνο-λέβης
-
ἱππ-αφίδες
ἱππ-εία
-
ἱππό-δα^μος
ἱππο-δάσεια
-
ἱππο-λοφία
ἱππό-λοφος
-
ἱππο-τόκος
ἱππο-τοξεία
-
ἰριοειδής
Ἶρις
-
ἰσγίνη
Ἰσεῖα
-
ἴσμα
ἰσμή
-
ἰσο-κα^πι^τώλιος
ἰσο-κατάληκτος
-
ἰσομοιρ-ικός
ἰσόμοιρ-ος
-
ἰσορρόπ-ησις
ἰσορροπ-ία
-
ἰσ-ουράνιος
ἰσ-ουργός
-
ἱστιο-δρομέω
ἱστιό-κωπος
-
ἴσχαιμος
ἰσχαίνω
-
ἰσχυ_ρο-γνωμοσύνη
ἰσχυ_ρο-γνώμων
-
ἰτ-ήριος
ἴτ-ης
-
ἰχθυ-άω
ἰχθυ^βολ-εύς
-
ἰχθυ^όφα^γ-ος
ἰχθυ^οφορ-έω
-
ἴψος
ἴψος
-
ἴωψ
entry:
ἱμα^τ-ίδιον
ἱμα^τ-ίζω
ἱμα^τιο-θήκη
ἱμα^τιο-κάπηλος
ἱμα^τιο-κλέπτης
ἱμα^τιο-μίσθης
ἱμα^τιο-μισθωτής
ἱμάτιον
ἱμα^τιο-παραλήμπτης
ἱμα^τιο-πλύτης
ἱμα^τιο-ποιΐα
ἱμα^τιο-πράτης
ἱμα^τιο-πώλης
ἱμα^τιο-πωλικόν
ἱμα^τιουργικός
ἱμα^τιο-φόριον
ἱμα^τιο-φορίς
ἱμα^τιο-φυ^λα^κέω
ἱμα^τιο-φυ^λάκιον
ἱμα^τιο-φύλαξ
ἱμα^τισμός
ἱμάω
ϝιμβάναι
Ἴμβρος
ἱμείρω
ἴμεν
ἱμέρα
ἱμεράμπυξ
ἱμερό-γυιος
ἱμερό-εις
ἱμερο-θα_λής
ἱμερό-νους
ἱμερό-ομαι
ἱμερό-πνους
ἵμερος
ἱμερό-φρων
ἱμερό-φωνος
ἰμέρρω
ἱμερτός
ἱμερώδης
ἰμέσος
ἴμεστος:
ἰμμεμφής
ἴμμεναι
ἱμονιά
ἱμονιοστρόφος
ἴμοροι:
ἵν
ἵνα
ἰναία
This text is part of:
View text chunked by:
ἱμερτός [ι_], ή, όν, (ἱμείρω)